Ο ΕΔΣΝΑ έχει λόγο ύπαρξης:ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΧΡΗΣΙΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ, με προάσπιση του δημόσιου χαρακτήρα των υπηρεσιών του και κοινωνικό έλεγχο των δράσεων

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

ΤΟ ΟΨΙΜΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΤΤΙΚΗΣ ΚΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

(31/12/15 – 15:35)
Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗ*
Παρατηρώντας κανείς τη δραστηριότητα και την πολιτική επικαιρότητα στο χώρο της Αριστεράς το τελευταίο διάστημα μπορεί εύκολα να παρατηρήσει πως τα τεκταινόμενα στην Περιφέρεια Αττικής καταλαμβάνουν δυσανάλογα μεγάλο χώρο σε σχέση με το βαθμό που καταπιάνονται μαζί τους η ελληνική κοινωνία και οι πολίτες της Αττικής.
Κοινός παρονομαστής των ετερόκλιτων ενασχολήσεων με τα πεπραγμένα της Δύναμης Ζωής είναι η προσέγγιση του θέματος με όρους γενικότητας και αφορισμών. Εξ’ ου και ισχυρίζομαι ότι το ενδιαφέρον αυτό όχι μόνο είναι όψιμο αλλά και υποκρύπτει άλλου τύπου πολιτικές σκοπιμότητες ένθεν κακείθεν.

Είναι αλήθεια πως για σημαντικό χρονικό διάστημα οι εξελίξεις στην Περιφέρεια Αττικής βρισκόντουσαν σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στην ατζέντα δυνάμεων που συμμετέχουν στη Λαϊκή Ενότητα και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ωστόσο, διαπιστώνει κανείς πως τις τελευταίες ημέρες κορυφώνεται το ενδιαφέρον και μέσων προσκείμενων λιγότερο ή περισσότερο άμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ (ΕΦΣΥΝ, ΑΥΓΗ).
Ξεκινώντας από τα τελευταία –και ιδιαίτερα σε ότι αφορά την Αυγή- θα προκαλούσε, αν μη τι άλλο, θυμηδία το να διυλίζει τον κώνωπα των εξελίξεων στη ΛΑΕ και των επιπτώσεων τους στην παρέμβαση της Αριστεράς στους μαζικούς χώρους, όταν έχει καταπιεί την κάμηλο και τις δύο φορές που από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει στείλει σαφές σήμα για το σπάσιμο των συνδικαλιστικών παρατάξεων όπου συμμετέχουν στελέχη του κόμματος του, αν δεν ήταν απόλυτα ξεκάθαρο ότι ο λόγος που καταπιάνεται με το θέμα είναι η εξυπηρέτηση αλλότριων συμφερόντων, που ξεκινούν από την πρόκληση πολιτικής ζημιάς στη ΛΑΕ αλλά δεν περιορίζονται εκεί.
Αντίστοιχα ανειλικρινής είναι όμως και η ενορχηστρωμένη προσπάθεια που γίνεται ήδη από την πρόσφατη προεκλογική περίοδο και δη από τμήμα της ΑΡΑΝ, το οποίο λασπολογεί και φληναφεί γύρω από τη διοίκηση της περιφέρειας Αττικής, πάντα στη λογική των αφορισμών και επικεντρώνοντας την κριτική και την τακτική της στα μέλη της Δύναμης Ζωής που έχουν αναφορά στη ΛΑΕ, σε μία απέλπιδα προσπάθεια να δικαιολογήσει στα μάτια της πλειοψηφίας της ΑΡΑΝ τη δική της επιλογή να μην ενταχθεί στη Λαϊκή Ενότητα. Εν προκειμένω αν κρίνει κανείς τον αμυντικό χαρακτήρα αυτής της προσέγγισης, ίσως και να μιλάμε για τη μόνη που αξίζει μιας κάποιας συμπάθειας, καίτοι δεν έχει να προσφέρει τίποτα ούτε στους εμπνευστές της αλλά ούτε και στην υπόλοιπη Αριστερά.
Δυστυχώς, εκεί που η συκοφάντηση και διαπόμπευση προσώπων και προσωπικοτήτων όπως και η αφοριστική προσέγγιση των έργων και των παραλείψεων της Δύναμης Ζωής γίνεται χωρίς κανένα πρόσχημα και είναι ολοφάνερα ενταγμένη σε ένα σχέδιο αποδόμησης όχι μόνο της πρακτικής αλλά και της ηθικής του Αριστερού Ρεύματος είναι από διάφορους μειοψηφικούς κύκλους εντός της ΛΑΕ, χωρίς, βέβαια αυτό να σημαίνει πως όποιος διατηρεί από επιφυλάξεις μέχρι αντιρρήσεις είτε για τη συμμετοχή μελών και στελεχών της ΛΑΕ στη Δύναμη Ζωής είτε για το έργο της τελευταίας βράζει στο ίδιο καζάνι μαζί τους.
Άλλωστε αυτός ο μακροσκελής πρόλογος γράφτηκε ακριβώς για να διαχωρίσει σε ποιους δεν απευθύνεται αυτό το άρθρο, το οποίο φιλοδοξεί να είναι μια συμβολή σε μία ανοιχτή εκ των πραγμάτων και μεγάλη εκ της σημασίας της συζήτηση γύρω από την παρέμβαση της Αριστεράς στους μαζικούς χώρους και το πώς αυτή θα ακυρώσει τα σχέδια περιθωριοποίησης της που απεργάζονται οι κυρίαρχοι κύκλοι.
Σχέδια που επιχειρούν να μετατρέψουν τη μάχη που έχασε η Αριστερά από την παράδοση της πλειοψηφίας της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ στις επιταγές των δανειστών και του νεοφιλελεύθερου μνημονιακού μονόδρομου μέχρι τα εκλογικά αποτελέσματα του ΚΚΕ, της ΛΑΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στις εκλογές του Σεπτέμβρη σε στρατηγική ήττα και μόνιμη περιθωριοποίηση όλων των σχηματισμών της.
Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΜΕΤΑ ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ
Η πολιτική μετάλλαξη της πλειοψηφίας της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ όπως αποκρυσταλλώθηκε στη ψήφιση του τρίτου μνημονίου αποτέλεσε, αν μη τι άλλο, ένα σημείο τομής.
Κατ’ αρχήν αποτέλεσε το βίαιο και επώδυνο τέλος ενός αριστερού εγχειρήματος αναχαίτισης της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας στη χώρα μας, το οποίο ξεκίνησε από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και κορυφώθηκε ταυτόχρονα με την όξυνση της επίθεσης των κυρίαρχων δυνάμεων τα χρόνια των μνημονίων.
Επιπλέον υπήρξε το σημείο όπου διαρρήχθηκε εκ νέου μια σχέση εμπιστοσύνης που καλλιεργήθηκε ξανά τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στους πολίτες και την πολιτική αλλά και ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα και την πολιτική Αριστερά. Για να το πούμε απλά, μέσα από το ΣΥΡΙΖΑ, πλατιά λαϊκά στρώματα πίστεψαν εκ νέου ότι δια της συμμετοχής τους στα πολιτικά δρώμενα μπορούν να βελτιώσουν την καθημερινότητα και τη ζωή τους. Μετά την υπογραφή του τρίτου μνημονίου και όπως φάνηκε και από το εκλογικό αποτέλεσμα η πίστη αυτή κλονίστηκε, γεγονός που όπως φαίνεται και από τις προεκλογικές στρατηγικές των διαφόρων κομμάτων είτε δεν έγινε αντιληπτό είτε υποτιμήθηκε.
Εξ’ ου και κανένας αριστερός σχηματισμός δεν κατόρθωσε να επωφεληθεί πολιτικά και αριθμητικά στις πρόσφατες εκλογές, με τις διακριτές εναλλακτικές πολιτικές προτάσεις που κατατέθηκαν να αδυνατούν για μία ακόμη φορά να δημιουργήσουν ουσιαστικά ρήγματα στην αναπαραγωγή του κυρίαρχου μοντέλου ανάπτυξης, αφήνοντας ασυγκίνητο ένα μεγάλο δυναμικό αγωνιστών που εμφανίστηκαν στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια και βέβαια τα πλατιά στρώματα της νεολαίας.
Η τελική υπαναχώρηση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ από τις προγραμματικές του θέσεις και τις πολιτικές του καταβολές αποτελεί αναμφίβολα ένα γεγονός που πρέπει να αξιολογηθεί ως προς τα αίτια που το προκάλεσαν. Το γεγονός πως η κοινωνία είναι μετά τις πρόσφατες εξελίξεις αδύναμη να πιστέψει εκ νέου σε μεγάλα πολιτικά αφηγήματα και να εμπιστευθεί κόμματα, συμπεριλαμβανομένων των αριστερών, είναι μια διαπίστωση που όσο κι αν πικραίνει, δε μπορούμε να την παραβλέψουμε αν θέλουμε να ανατάξουμε την κατάσταση.
ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ
Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο έχει ανοίξει και η συζήτηση για το παρόν, το μέλλον και τις προοπτικές του εγχειρήματος της συνύπαρξης σε αυτοδιοικητικά σχήματα δυνάμεων κατά κύριο λόγο της ΛΑΕ αλλά και μελών άλλων αριστερών οργανώσεων με δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Όπως είπα και στην αρχή στη συζήτηση αυτή δεν προσέρχονται όλοι καλή τη πίστη. Πως θα μπορούσε άλλωστε να αντιμετωπίσει κανείς ως καλοπροαίρετη μια κριτική που θέλει μνημονιακό τον προϋπολογισμό της Περιφέρειας Αττικής επειδή είναι ισοσκελισμένος αλλά θεωρεί προοδευτικό τον επίσης ισοσκελισμένο προϋπολογισμό του τάδε ή του δείνα δήμου, επειδή εκεί ο επικεφαλής είναι της αρεσκείας αυτού που κάνει την κριτική; Ή πως θα μπορούσε να είναι καλοπροαίρετη μια κριτική που θεωρεί προϋπολογισμό λιτότητας αυτόν της Περιφέρειας Αττικής που περιλαμβάνει σχεδόν ολόκληρα τα τεχνικά προγράμματα δεκάδων χρεοκοπημένων δήμων της Αττικής αλλά αναπτυξιακούς τους προϋπολογισμούς κάποιων εξ’ αυτών των χρεοκοπημένων δήμων ή άλλων χρεοκοπημένων περιφερειών;
Αφήνοντας κατά μέρους τέτοιου είδους κακοπροαίρετες και κενές περιεχομένου απόψεις, αυτό που έχει νόημα είναι να δούμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο υποχρεούται κανείς να παρέμβει μέσω της Τ.Α.
Ο αρμαγεδώνας των μνημονίων και η ιδιαίτερη έκφραση τους στο χώρο της Αυτοδιοίκησης, ο Καλλικράτης, είναι σαφές πως έχουν αλλάξει πολλά από αυτά που γνωρίζαμε τα προηγούμενα χρόνια τόσο για την ελληνική κοινωνία όσο και για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Οι μνημονιακές πολιτικές συνεχίζονται και μάλιστα το πολιτικό μέτωπο, που τις υποστηρίζει και τις υλοποιεί έχει διευρυνθεί κι ενισχυθεί είτε αυτό συμβαίνει «από άποψη», είτε γιατί διάφορες δυνάμεις προσχώρησαν συνειδητά ή εκβιαζόμενες στις αντιλήψεις αυτές
Παράλληλα, οι συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών αποκτούν βάθος και οι επιπτώσεις, σε όλα τα επίπεδα, καθίστανται δύσκολα αναστρέψιμες.
Σε επίπεδο κοινωνίας καλλιεργείται συστηματικά η άποψη ότι αυτή η πολιτική είναι μονόδρομος, ότι δεν υπάρχει άλλη ρεαλιστική, εναλλακτική λύση. Με υπαρκτή την απογοήτευση και τα φαινόμενα αποστράτευσης οι δυνάμεις της εργασίας αδυνατούν να παρεμβαίνουν αποτελεσματικά στα κρίσιμα ζητήματα.
Η Αυτοδιοίκηση, πρώτου και δεύτερου βαθμού, καλείται να παίξει έναν ιδιαίτερο ρόλο, σε αυτές τις συνθήκες τόσο συσπειρώνοντας δυνάμεις και παρεμβαίνοντας σε μείζονα ζητήματα όσο και προσφέροντας αναγκαία συνδρομή για βασικά αγαθά, που στερούνται ή κινδυνεύουν να στερηθούν κοινωνικά και οικονομικά ασθενέστεροι.
Ωστόσο, ο χώρος της Αυτοδιοίκησης, είναι ο χώρος που φαίνεται να συμπυκνώνεται το σύνολο των μνημονιακών πολιτικών σε όλα τα πεδία: Εργασιακές σχέσεις, υπονόμευση και αποσάθρωση των κοινωνικών του δομών, γενικευμένη πολιτική ιδιωτικοποιήσεων, περιορισμός των δημοσίων πόρων, τέτοιος περιορισμός που έχει οδηγήσει περίπου 100 Δήμους να μην μπορούν να «κλείσουν» προϋπολογισμό.
Έχοντας ήδη αναφερθεί στις ακραίες συνθήκες που έχει δημιουργήσει η μνημονιακή λεηλασία στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, γίνεται σαφές πως δεν αρκούν φτιασιδώματα, πόσο μάλλον η διατήρηση του υφιστάμενου status quo, για να έχουμε μία Τοπική Αυτοδιοίκηση ικανή να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και των αναγκών των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων.  
Ο «Καλλικράτης» δεν «ατύχησε» απλώς, επειδή συνέπεσε χρονικά με την οικονομική κρίση. Σχεδιάστηκε εξαρχής με άξονα τις νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις για λιτότητα και «λιγότερο Κράτος», λιγότερο κράτος στις κοινωνικές παροχές και υπηρεσίες αλλά περισσότερο κράτος όσον αφορά στον γραφειοκρατικό κεντρικό έλεγχο. Γι’ αυτό και η Αυτοδιοίκηση, και ευρύτερα η ίδια η κοινωνία και η χώρα έχουν ανάγκη από μία ριζική ανατροπή του «Καλλικράτη» και από την αντικατάστασή του από ένα νέο ριζοσπαστικό, πραγματικά δημοκρατικό και συμμετοχικό θεσμικό πλαίσιο για την Αυτοδιοίκηση, ταυτόχρονα με την κατάργηση κάθε μορφή επιτροπείας που έχει επιβληθεί τα τελευταία χρόνια, είτε αυτή ονομάζεται οικονομικό παρατηρητήριο των ΟΤΑ είτε Αποκεντρωμένες Διοικήσεις.  
Την ίδια στιγμή και παράλληλα με την έκβαση της μάχης στο πεδίο των θεσμικών και οικονομικών διεκδικήσεων για την ίδια την Αυτοδιοίκηση, αναδεικνύεται επιτακτική η ανάγκη οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να αναλάβουν εξέχουσα δράση στους τομείς της πολιτικής και κοινωνικής αλληλεγγύης στα θύματα των μνημονιακών πολιτικών, να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στον αγώνα ενάντια στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και να αποτελέσουν έναν πόλο αντίστασης στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα.  
Το τελευταίο οφείλει να αποτελεί και το μόνιμο άγχος μας σε σχέση με την παρέμβαση μας στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αφού σε μια κοινωνία που καρτερούσε μία πολιτική λύση στη συνεχιζόμενη μνημονιακή εξαθλίωση της και προδόθηκε, το γήπεδο στο οποίο οφείλουμε όλοι να αναμετρηθούμε είναι αυτό της προσφοράς, των ιδεών, του πολιτικού προσανατολισμού και κυρίως των αποτελεσμάτων στα πεδία που κάθε φορά δραστηριοποιούμαστε.  
Τούτο σημαίνει πως για όσους παρεμβαίνουμε στο χώρο της Τ.Α., οι καιροί απαιτούν με τρόπο συνειδητό και από θέση πολιτικής επιλογής να δώσουμε τη μάχη για να υπερασπιστούμε τα συμφέροντα και τα δικαιώματα της τοπικής αυτοδιοίκησης για να υπερασπιστούμε τελικά τα συμφέροντα και τα δικαιώματα της κοινωνίας, αντιστεκόμενοι όχι μόνο στα λόγια αλλά και στις πράξεις στη νεοφιλελεύθερη μνημονιακή λαίλαπα.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, λογικές που φαινομενικά θέτουν a la carte ζήτημα διάσπασης αυτοδοικητικών σχημάτων αλλά επί της ουσίας προετοιμάζουν το έδαφος ποικιλοτρόπως για αλυσιδωτές αντιδράσεις σε διοικήσεις σειράς δήμων και περιφερειών με απώτερο σκοπό τη δημιουργία νέων κομματικών παρατάξεων στην Τ.Α. έρχονται σε ευθεία σύγκρουση όχι μόνο με τα συμφέροντα της Τ.Α. αλλά με τον ίδιο τον πυρήνα της.
Όπως συνομολογήσαμε, άλλωστε, και στο τμήμα Αυτοδιοίκησης της ΛΑΕ, «ο χώρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του αποτελεί ιστορικά ένα ιδιαίτερο πεδίο πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης, με χαρακτηριστικά διαφορετικά από αυτά του κεντρικού πολιτικού σκηνικού. […]Ακριβώς πάνω στις προηγούμενες «ιδιαιτερότητες» είναι που θεμελιώθηκε και η διαχρονική θέση της Αριστεράς σύμφωνα με την οποία οι όροι της πολιτικής αντιπαράθεσης και τα συλλογικά υποκείμενα που ενεργούν στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν μπορούν και δεν πρέπει να αντιστοιχούνται ευθέως στους όρους και τα υποκείμενα της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Ως εκ τούτου λογικές όπως αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω αδυνατούν να υπηρετήσουν όχι μόνο την Αυτοδιοίκηση αλλά και την ίδια την Αριστερά και εν τέλει την κοινωνία.
Υπό αυτήν την έννοια, αυτό που έχει σημασία είναι να μη βάζουμε το κάρο της σύνθεσης των δυνάμεων ή των προσώπων των αυτοδιοικητικών σχημάτων που συμμετέχουμε μπροστά από το άλογο. Και όπου άλογο, είναι η ουσία της πολιτικής που ασκούν αυτά τα σχήματα και κατά πόσο η πολιτική αυτή παραμένει ευθυγραμμισμένη με τα αυτοδιοικητικά αντιμνημονιακά και αντικαλλικρατικά τους προγράμματα, τα οποία αναγνωρίσαμε ως τέτοια όλοι όσοι συμμετείχαμε, στηρίξαμε ή και ψηφίσαμε τα αντίστοιχα σχήματα.  
Στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις ούτε για την Αριστερά. Έτσι, καθήκον δικό μας αποτελεί το να παλέψουμε με όλες μας τις δυνάμεις προκειμένου τα αυτοδιοικητικά σχήματα στα οποία συμμετέχουμε να διατηρήσουν το προγραμματικό, πολιτικό και αξιακό πλαίσιο με το οποίο συγκροτήθηκαν όχι μόνο στα λόγια αλλά και στην πράξη.  
Άλλωστε ενδεχόμενη υπαναχώρηση των σχημάτων αυτών από τις θέσεις και τις αρχές με τις οποίες εξελέγησαν δεν πρόκειται να αφήσει ανεπηρέαστους ούτε εμάς ανεξάρτητα από το αν θα έχουμε αποχωρήσει ή θα έχουμε παραμείνει σε αυτά, όπως ανάγλυφα αποτυπώθηκε και στο αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών του Σεπτέμβρη.
*Ο Παναγιώτης Αθανασιάδης είναι Αντιπεριφερειάρχης Αττικής και μέλος της ΛΑΕ Γλυφάδας. Οι απόψεις του κειμένου αυτονοήτως εκφράζουν τον υπογράφοντα.
Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

http://iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=23096:athanassiadis-perifereia&catid=72:dr-ekdilosis&Itemid=279

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου